της Αμάντας Γραμμάτη (Γ1)

Πολύ απότομα βραδιάζει,

το ξημέρωμα αργεί.

Οι άνθρωποι γύρω μου αποχωρούν.

Ό,τι αξίζει μένει,  λένε, 

μάλλον δεν άξιζε…

Όλα μέσα μου σπάνε 

σαν φτερά που κόβονται στα δύο. 

Κοίτα ο ήλιος ανατέλλει,

κοίτα ένα τριαντάφυλλο!

Κολύμπα σ' αυτό, είναι κόκκινο,

έχεις δει ποτέ σου μαύρο;

Μαύρο σαν την ψυχή κάποιων ανθρώπων

μαύρο σαν τη νύχτα εκείνη.

Έφυγες τότε, εκείνο το βράδυ

η λάμψη των ματιών μου 

σταμάτησε να λάμπει.

Έτσι σταμάτησε

και η καρδιά μου να χτυπά, 

εκείνη τη στιγμή, εκείνο το λεπτό.