Διαχείριση κρίσεων
των εφήβων στο
σχολικό περιβάλλον

της
Γεωργίας Παπαϊωάννου (Β3)

 

Πολλές φορές οι έφηβοι αντιμετωπίζουν κρίσεις, δηλαδή μια κατάσταση αποσταθεροποίησης, όταν αντιμετωπίζουν περιστάσεις στις οποίες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν. Συνήθως μίας κρίσης προηγείται ένα στρεσογόνο συμβάν. Οι κρίσεις οφείλονται είτε στο πέρασμα σε ένα νέο αναπτυξιακό στάδιο είτε σε ξαφνικά και απρόσμενα γεγονότα, τα οποία προκαλούν αναστάτωση στην ψυχολογία τους (π.χ. θάνατος συγγενικού προσώπου, νοσηλεία σε νοσοκομείο, διαζύγιο γονέων, σχολική αποτυχία). Κάποια από τα συμπτώματα των κρίσεων είναι η απώλεια ελέγχου και σταθερότητας, η μείωση υπευθυνότητας, οι εγωκεντρικές αντιδράσεις, ο ανταγωνισμός, η εμφάνιση πρωιμότερων μορφών λόγου και συμπεριφοράς και η σχολική φοβία. Όσον αφορά στα σωματικά συμπτώματα συχνοί είναι οι πονοκέφαλοι, η δυσκοιλιότητα, οι δυσκολίες στην ούρηση και τα δερματικά προβλήματα.

Βέβαια, οι αντιδράσεις των εφήβων στις κρίσεις αυτές ποικίλλουν και εξαρτώνται κατά βάση από την ευαλωτότητά τους, δηλαδή την ευαισθησία και τη δυσκολία τους να αντιμετωπίσουν μια κατάσταση κρίσης, καθώς και από την ψυχική ανθεκτικότητά τους, δηλαδή τη δυνατότητά τους να προσαρμόζονται σε μία νέα κατάσταση ύστερα από κάποιες δυσκολίες.

Προκειμένου να στηρίξουμε τους εφήβους, καλό είναι να δείξουμε αυξημένο ενδιαφέρον και φροντίδα, να μειώσουμε τις προσδοκίες μας για τις επιδόσεις τους στο σχολείο και στις δραστηριότητές τους και να τους ενθαρρύνουμε να εκφράζουν λεκτικά τα συναισθήματά τους. Σε περίπτωση που κάποιος εκπαιδευτικός αντιληφτεί κάποια από τα συμπτώματα που προαναφέρθηκαν θα πρέπει να επικοινωνήσει με τους γονείς του εφήβου και να τους ενημερώσει. Στη συνέχεια, οι γονείς με τη σειρά τους θα πρέπει να απευθυνθούν σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους.

Πριν φτάσουμε βέβαια στην αντιμετώπιση, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι για την αποφυγή μιας κρίσης πρέπει να βοηθήσει το ίδιο το άτομο, η οικογένεια, το σχολείο και η κοινότητα. Ζωτικής σημασίας ζητούμενα είναι η ανάπτυξη θετικής αυτοαντίληψης, η ύπαρξη γονικής φροντίδας και στήριξης, η καλλιέργεια θετικών σχέσεων με τους εκπαιδευτικούς και τους συμμαθητές, η ύπαρξη υψηλών προσδοκιών και η παροχή ευκαιριών για ενεργό συμμετοχή στις δραστηριότητες της κοινότητας.


ΠΗΓΗ
Χατζηχρήστου, Χ. Γ. (2011). Σχολική Ψυχολογία. Αθήνα: τυπωθήτω