από την Κυριακή Κάππα (Β1)

Ανάσταση… Όλοι μας ξέρουμε τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών. Επισκέψεις, τραπεζώματα, όλη η οικογένεια μαζεμένη, όπως σε κάθε άλλη γιορτή… ή τουλάχιστον σχεδόν όλη. Και μετά ακολουθούν τα έθιμα της γιορτής, τσούγκρισμα αυγών, πάτημα της φλούδας, όπως ακριβώς ο Χριστός πάτησε τον θάνατο, μαγειρίτσα και, για να μην μακρηγορώ, το φαγητό υπερισχύει  γενικότερα.

    Πώς θα ήταν όμως αν συνέβαινε μια πραγματική Ανάσταση; Τι θα συνέβαινε αν τη στιγμή που η λειτουργία έφτανε στο "Χριστός Ανέστη" ανασταίνονταν όλα τα αγαπημένα μας άτομα που πλέον δεν είναι υλικά μαζί μας; Όχι για πολύ, ίσα-ίσα για το πασχαλινό τραπέζι, να μαζευτούμε όλη η οικογένεια, να πούμε τα νέα μας, πώς περνάμε, πώς είναι στην άλλη πλευρά, αν είναι καλά,  τι κάναμε ή τι δεν κάναμε και τους τσατίσαμε, πώς νιώθουν για εμάς, τι νιώθουμε εμείς γι’ αυτούς, να έχουμε λίγο χρόνο τουλάχιστον να τους πούμε όλα όσα δεν προλάβαμε, όταν τους είχαμε δίπλα μας ή αν δεν γίνεται τίποτα από τα παραπάνω, να μπορέσουμε να τσουγκρίσουμε ένα αυγό, να πούμε για μια ακόμα φορά Χριστός Ανέστη και να μιλήσουμε μαζί τους για τα κομμάτια της καρδιάς μας που έφυγαν μαζί τους, να προλάβουμε να δούμε ξανά στα πρόσωπά τους ένα χαμόγελο, το κλασικό πλατύ χαμόγελο που ήταν για εμάς πιο φωτεινό και από τον ήλιο ή τουλάχιστον να κάνουμε μια αγκαλιά, αυτή τη σφιχτή αγκαλιά που μας έδινε τη σιγουριά της ασφάλειας, να τους πούμε  μία συγγνώμη, ένα ευχαριστώ, ένα σ’ αγαπώ…

     Μέχρι, λοιπόν, να συμβεί αυτό, εγώ θα περιμένω… θα σε περιμένω, ελπίζοντας πως με τον πρώτο κρότο πυροτεχνήματος θα είσαι δίπλα μου να μου χαμογελάς, λέγοντάς μου πως στο τέλος-τέλος όλα θα πάνε καλά και πως δεν υπάρχει θάνατος, παίρνοντας έτσι άπλα έναν ακόμα φόβο από πάνω μου.

   Σας χαιρετώ, να περάσετε όλοι υπέροχα και σας εύχομαι, μέσα από την καρδιά μου, η φετινή Ανάσταση να σας φέρει όσα δεν σας έφεραν όλες οι προηγούμενες.